Pages - Menu

Τρίτη 4 Φεβρουαρίου 2014

ΕΘΝΙΚΑ ΚΤΗΜΑΤΑ (Εννοια και σύντομη ιστορία)

ΕΘΝΙΚΑ ΚΤΗΜΑΤΑ (΄Εννοια και σύντομη ιστορία)

Η παρακάτω σύντομη αναφορά στα εθνικά κτήματα σκοπεί να ενημερώσει τον αναγνώστη για την έννοια και την ιστορία των εθνικών κτημάτων, γιατί θα ακολουθήσουν κάποιες αναρτήσεις σχετικές με εθνικά κτήματα που αγόρασαν Γκερμπεσιώτες. Τα τυχόν προβλήματα που προέκυψαν από τις αγορές εθνικών κτημάτων  θα τα σχολιάσουμε χωριστά σε κάθε ανάρτηση.

Με τον όρο ΕΘΝΙΚΑ ΚΤΗΜΑΤΑ ή ΕΘΝΙΚΑΙ ΓΑΙΑΙ εννοούμε τη γη που κατά τη διάρκεια της  τουρκικής κατάκτησης των Ελλήνων  ανήκε σε Τούρκους γαιοκτήμονες, αξιωματούχους, ιδρύματα κ.λ.π. και την οποία οι Τούρκοι εγκατέλειψαν κατά την αναχώρησή τους μετά την επικράτηση της επανάστασης του 1821. Περί το τέλος της Τουρκοκρατίας η καλλιεργούμενη και καλλιεργήσιμη γη ανερχόταν στην Πελοπόννησο σε 4,5 εκατομμύρια στρέμματα, από τα οποία 3 εκ. ανήκαν σε Τούρκους και τα υπόλοιπα 1,5 εκ. σε Έλληνες κυρίως κοτσαμπάσηδες. Με την επικράτηση της επανάστασης και την φυγή των Τούρκων τα εγκαταλειφθέντα από αυτούς κτήματα κηρύχτηκαν με αποφάσεις των εθνοσυνελεύσεων περιουσία του έθνους. Κάποιοι όμως επωφελήθηκαν από την έλλειψη οργάνωσης του κράτους και άλλοι καταπάτησαν εθνικά κτήματα, ενώ άλλοι πιο κοντά στην εξουσία αγόρασαν εθνική γή. Το θέμα προσπάθησε να το ρυθμίσει ο Κυβερνήτης Καποδίστριας αλλά δεν τα κατάφερε.
Το θέμα της πώλησης από το κράτος των εθνικών γαιών τέθηκε για πρώτη φορά στη Β΄ εθνοσυνέλευση  του Αστρους του 1823. Με ψήφισμα της Συνέλευσης αποφασίστηκε  η εκποίηση εθνικών κτημάτων, πλην η απόφαση προκάλεσε αντιδράσεις και με το ΛΒ΄ ψήφισμα της συνέλευσης επιτράπηκε η πώληση μόνο των φθαρτών κτημάτων, ήτοι ακινήτων που έφεραν κτίσματα ως εργαστήρια, σπίτια, µύλους, τζαµιά, χάνια, ελαιοτριβεία κ.λ.π. Με το νόμο ΝΓ΄ της 6ης Φεβρουαρίου 1826 επιτράπηκε η πώληση εθνικών κτημάτων κατά παράβαση του ΛΒ Ψηφίσματος για την ενίσχυση των πολιορκημένων του Μεσολογγίου.
Με την έλευση του ΄Οθωνα η αντιβασιλεία με διάταγμα του 1833 απαγόρευσε την εκποίηση εθνικών γαιών, όμως η ανάγκη εξεύρεσης χρημάτων οδήγησε στη διεύρυνση της έννοιας των φθαρτών κτημάτων, που περιέλαβε και τις φυτείες, επιδιώκοντας έτσι μέσω των πωλήσεων αυτών πλην του πορισμού χρημάτων και την άσκηση μιας μορφής οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής.
Στη συνέχεια εκδόθηκε ο νόμος της 26ης Μαḯου 1835 «περί προικοδοτήσεως των ελληνικών οικογενειών» (ΦΕΚ 2/19-6-1835), που όριζε τους δικαιούχους και τους όρους της προικοδότησης.ž Στις 24 Ιουνίου 1848 εκδόθηκε και το εκτελεστικό διάταγμα του παραπάνω νόμου.  Σύμφωνα με το άρθρο 1 του νόμου αυτού «Όλοι οι αρχηγέται ελληνικών οικογενειών … έχουσι το δικαίωμα ν΄αποκτήσωσι ως προικοδότημα …. έως δύο χιλιάδων δραχμών εθνικά κτήματα». Προς τούτο το κράτος παρέδιδε σε κάθε δικαιούχο πιστωτικά γραμμάτια αξίας δύο χιλιάδων δραχμών. Η παραχώρηση των ακινήτων γινόταν πάντοτε με  δημοπρασία και η εξόφληση του τιμήματος τοκοχρεωλυτικά σε δόσεις με χρεωλύσιο 1% και τόκο 5% ετησίως. Το σχήμα αυτό διανομής των κτημάτων απέτυχε καθώς η πώληση, που γινόταν, όπως αναφέρουμε,  με πλειστηριασμό οδήγησε τις τιμές σε δυσθεώρητα ύψη. Το 1838 εκδόθηκε ο νόµος περί «παραχωρήσεως ἐθνικῶν γαιῶν εἰς τοὺς φαλαγγίτας» και  το 1848  ο νόµος «περὶ ἀποικισµού των Κρητών». Και στις δύο περιπτώσεις τα πιστωτικά γραµµάτια που εκδόθηκαν δεν χρησιµοποιήθηκαν από τους δικαιούχους για την αγορά γης, αλλά προεξοφλήθηκαν, δηλαδή πουλήθηκαν σε τρίτους και μάλιστα πολύ κάτω της ονοµαστικής τους τιµής. Την ίδια χρονιά µε το νόµο της 20ης Φεβρουαρίου 1848 (ΦΕΚ 7/1848) παραχωρήθηκε δωρεάν ένα στρέµµα γης σε κάθε γεωργό για να χτίσει σπίτι, ενώ με το Ν. ΤπΕ (395)/1856 (ΦΕΚ 79/1856) επετράπη η παραχώρηση των άγριων ελαιώνων του ελληνικού κράτους σε εκείνους που θα ενδιαφέρονταν να µπολιάσουν τις αγριελιές, με την υποχρέωση να εκχερσώσουν το κτήμα και να καλλιεργήσουν τις ελιές.ž Μετά από 12 έτη το µισό της επιφάνειας του κτήματος θα έµενε στον καλλιεργητή και το υπόλοιπο θα επέστρεφε στο κράτος.
Με το από 30-3(11.4)/1835 διάταγμα που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ με αρ. 14/9.5.1835 όσοι είχαν αποκτήσει εθνικά κτήματα από 9-2-1822 μέχρι 6-2-1833 βάσει του ψηφίσματος της εθνικής συνέλευσης του Άστρους προσκλήθηκαν να  υποβάλλουν στο Ελεγκτικό Συνέδριο τα έγγραφα με τα οποία αποδείκνυαν την απόκτηση των κτημάτων για να ανανεώσουν το δικαίωμα κατοχής αυτών. Ομως, καμία δήλωση δεν υποβλήθηκε γιατί οι κάτοχοι των κτημάτων δεν είχαν αποκτήσει τίτλους κυριότητας. Με δηλοποίηση της κυβέρνησης (ΦΕΚ 1/18-1-1836) χορηγήθηκε νέα εξάμηνη προθεσμία για την ανανέωση των δικαιογράφων και πάλι όμως κανένας δεν κατέθεσε τους τίτλους κυριότητας.
Βασικός στόχος του Ελληνικού κράτους ήταν να αποκτήσει  σημαντικά έσοδα από την πώληση εθνικών γαιών που τα είχε ανάγκη. Όμως, παράλληλα με την οικονομική ενίσχυση του κρατικού θησαυροφυλακίου επιδιώκονταν και άλλοι σκοποί. Για να επωφεληθεί κάποιος από το νόμο περί προικοδοτήσεων όφειλε να εγγραφεί πρώτα στα δημοτολόγια ενός δήμου της επιλογής του. Με τον περιορισμό της κινητικότητας των πολιτών η πολιτική εξουσία μπορούσε ευκολότερα να ελέγχει και να κατευθύνει τις πολιτικές τους επιλογές. Επί πλέον με τη δημιουργία της τάξης των μικρών αυτών κτηματιών εξασθενούσε η τάξη και η εξουσία των μεγάλων γαιοκτημόνων, αφού δεν θα είχε πλέον τον παραδοσιακό της ρόλο, να εκμισθώνει δηλαδή την είσπραξη των φόρων, που της προσπόριζε πλούτο και πολιτική εξουσία. Αλλά και το στέμμα εξυπηρετείτο με το μέτρο της παραχώρησης των εθνικών γαιών στους υπηκόους του, αφού παρέχοντας τη δυνατότητα σε τόσους ανθρώπους να ανταλλάξουν το μέχρι τότε καθεστώς του ενοικιαστή-καλλιεργιτή με τον τίτλο του ιδιοκτήτη,  ικανοποιούσε μια απαίτηση που προϋπήρχε από της εποχή της επανάστασης και δημιουργούσε ανθρώπους ευχαριστημένους με τον βασιλιά τους.
Βέβαια έσπευσαν πολιτικοί, στρατιωτικοί και οικονομικοί παράγοντες και επωφελήθηκαν από το νόμο για την εκποίηση των εθνικών γαιών παίρνοντας τα καλλίτερα κομμάτια. Το θέμα των εθνικών κτημάτων όπως ήταν φυσικό για ελληνικά δεδομένα ταλάνισε την πολιτική, οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας μέχρι το 1871 που ρυθμίστηκε οριστικά  από την κυβέρνηση Κουντουριώτη (υπουργός οικονομικών Σ.Σωτηρόπουλος) με τους νόµους ΥΛΑ (431) της 25ης Μαρτίου 1871 (ΦΕΚ 25/16-6-1871) και Τπς (386) της 24ης Μαρτίου 1871 (ΦΕΚ 29/9-7-1871).
Μέχρι το 1911 εκδόθηκαν 357.217 παραχωρητήρια που αντιστοιχούσαν σε 2.650.000 στρέμµατα συνολικής αξίας 90.000.000 δραχµών.


Σημείωση: ΠΡΟΣΟΧΗ, το θέμα της εκποίησης των εθνικών κτημάτων δεν έχει καμία απολύτως σχέση με τις απαλλοτριώσεις μοναστηριακών κτημάτων και άλλων μεγάλων ιδιοκτησιών (τσιφλικιών).

Χρίστος Ιωάν. Κώνστας

2 σχόλια:

  1. Χρίστο Κώνστα ! ΣΥΓΧΑΡΗΤΗΡΙΑ ! Άρεσε πάρα πολύ. Γιάννης Κορίλης Κατσός

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Έμαθα πολλά, από το δημοσίευμά σας, για τα εθνικά κτήματα. Ευχαριστώ!
    Τι γνωρίζετε για τα εθνικά κτήματα και το κτήμα Χατζίσκου στα Λουτρά Υπάτης;

    ΑπάντησηΔιαγραφή